- περιζεύγνυμι
- περιζεύγνυμι,A yoke,
χαλινῷ νῶτα λεόντων Nonn.D.15.184
.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
χαλινῷ νῶτα λεόντων Nonn.D.15.184
.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
περιζεύγνυμι — Α ζεύω. [ΕΤΥΜΟΛ. < περι * + ζεύγνυμι «ζεύω»] … Dictionary of Greek